Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαθύϋπνος
βαθυφροσύνη
βαθύφρων
βαθύφυλλος
βαθύφωνος
βαθυχάϊος
βαθυχαίτης
βαθύχθων
βαθύχροος
βαΐα
Βαίβιος
βαϊνός
βαίνω
βάϊον
βαιός
βαϊοφορέω
βαιόχρονος
βάϊς
βαίτη
βαιτοφόρος
βαίτυλος
View word page
Βαίβιος
Baebius

ShortDef

Baebius

Debugging

Headword:
Βαίβιος
Headword (normalized):
βαίβιος
Headword (normalized/stripped):
βαιβιος
IDX:
16592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16593
Key:

Data

{'content': 'Baebius'}