Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαθύσχοινος
βαθυτέρμων
βαθύτης
βαθυτομέω
βαθύϋδρος
βαθύϋπνος
βαθυφροσύνη
βαθύφρων
βαθύφυλλος
βαθύφωνος
βαθυχάϊος
βαθυχαίτης
βαθύχθων
βαθύχροος
βαΐα
Βαίβιος
βαϊνός
βαίνω
βάϊον
βαιός
βαϊοφορέω
View word page
βαθυχάϊος
of old nobility
ShortDef
of old nobility
Debugging
Headword:
βαθυχάϊος
Headword (normalized):
βαθυχάϊος
Headword (normalized/stripped):
βαθυχαιος
IDX:
16587
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16588
Key:
Data
{'content': 'of old nobility'}