Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαθυστολέω
βαθύστολμος
βαθύστομος
βαθύστρωτος
βαθύσχινος
βαθύσχοινος
βαθυτέρμων
βαθύτης
βαθυτομέω
βαθύϋδρος
βαθύϋπνος
βαθυφροσύνη
βαθύφρων
βαθύφυλλος
βαθύφωνος
βαθυχάϊος
βαθυχαίτης
βαθύχθων
βαθύχροος
βαΐα
Βαίβιος
View word page
βαθύϋπνος
in deep sleep
ShortDef
in deep sleep
Debugging
Headword:
βαθύϋπνος
Headword (normalized):
βαθύϋπνος
Headword (normalized/stripped):
βαθυυπνος
IDX:
16582
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16583
Key:
Data
{'content': 'in deep sleep'}