Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαθύρρηνος
βαθυρριζία
βαθύρριζος
βαθύρροος
βαθύρρωχμος
βαθύς
βαθύσαρκος
βαθύσικος
βαθύσκαρθμος
βαθυσκαφής
βαθύσκιος
βαθυσκόπελος
βαθύσκοτος
βάθυσμα
βαθυσμῆριγξ
βαθυσπῆλυγξ
βαθύσπορος
βαθύστερνος
βαθυστολέω
βαθύστολμος
βαθύστομος
View word page
βαθύσκιος
deep-shaded

ShortDef

deep-shaded

Debugging

Headword:
βαθύσκιος
Headword (normalized):
βαθύσκιος
Headword (normalized/stripped):
βαθυσκιος
IDX:
16564
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16565
Key:

Data

{'content': 'deep-shaded'}