Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαθυπόλεμος
βαθυπόνηρος
βαθύπορος
βαθύπτερος
βαθυπύθμην
βαθυπώγων
βαθύρρηνος
βαθυρριζία
βαθύρριζος
βαθύρροος
βαθύρρωχμος
βαθύς
βαθύσαρκος
βαθύσικος
βαθύσκαρθμος
βαθυσκαφής
βαθύσκιος
βαθυσκόπελος
βαθύσκοτος
βάθυσμα
βαθυσμῆριγξ
View word page
βαθύρρωχμος
with deep clefts

ShortDef

with deep clefts

Debugging

Headword:
βαθύρρωχμος
Headword (normalized):
βαθύρρωχμος
Headword (normalized/stripped):
βαθυρρωχμος
IDX:
16558
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16559
Key:

Data

{'content': 'with deep clefts'}