Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαθυλείμων
βαθυλήϊος
βαθύμαλλος
βαθύμητα
βαθυμῆτα
βαθύνοος
βαθύνω
βαθύξυλος
βαθυορυγή
βαθυπέδιος
βαθύπεδος
βαθύπελμος
βαθύπεπλος
βαθύπικρος
βαθυπλεκής
βαθύπλευρος
βαθυπλήξ
βαθυπλόκαμος
βαθύπλοκος
βαθύπλοος
βαθύπλουτος
View word page
βαθύπεδος
with deep plain, lying low

ShortDef

with deep plain, lying low

Debugging

Headword:
βαθύπεδος
Headword (normalized):
βαθύπεδος
Headword (normalized/stripped):
βαθυπεδος
IDX:
16537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16538
Key:

Data

{'content': 'with deep plain, lying low'}