Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαθυκόμης
βαθύκομος
βαθύκρημνος
βαθυκρήπις
βαθυκτέανος
βαθυκύμων
βαθύλειμος
βαθυλείμων
βαθυλήϊος
βαθύμαλλος
βαθύμητα
βαθυμῆτα
βαθύνοος
βαθύνω
βαθύξυλος
βαθυορυγή
βαθυπέδιος
βαθύπεδος
βαθύπελμος
βαθύπεπλος
βαθύπικρος
View word page
βαθύμητα
deep-counselling

ShortDef

deep-counselling

Debugging

Headword:
βαθύμητα
Headword (normalized):
βαθύμητα
Headword (normalized/stripped):
βαθυμητα
IDX:
16530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16531
Key:

Data

{'content': 'deep-counselling'}