Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαθύκαρπος
βαθυκήτης
βαθυκλεής
βαθύκληρος
Βαθυκλῆς
βαθυκνήμις
βαθύκνημος
βαθύκολπος
βαθυκόμης
βαθύκομος
βαθύκρημνος
βαθυκρήπις
βαθυκτέανος
βαθυκύμων
βαθύλειμος
βαθυλείμων
βαθυλήϊος
βαθύμαλλος
βαθύμητα
βαθυμῆτα
βαθύνοος
View word page
βαθύκρημνος
with high cliffs

ShortDef

with high cliffs

Debugging

Headword:
βαθύκρημνος
Headword (normalized):
βαθύκρημνος
Headword (normalized/stripped):
βαθυκρημνος
IDX:
16522
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16523
Key:

Data

{'content': 'with high cliffs'}