Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαθυδείελος
βαθύδενδρος
βαθυδίνης
βαθύδοξος
βαθυεργέω
βαθύζωνος
βαθύθριξ
βαθυκαμπής
βαθυκάρδιος
βαθύκαρπος
βαθυκήτης
βαθυκλεής
βαθύκληρος
Βαθυκλῆς
βαθυκνήμις
βαθύκνημος
βαθύκολπος
βαθυκόμης
βαθύκομος
βαθύκρημνος
βαθυκρήπις
View word page
βαθυκήτης
deep yawning
ShortDef
deep yawning
Debugging
Headword:
βαθυκήτης
Headword (normalized):
βαθυκήτης
Headword (normalized/stripped):
βαθυκητης
IDX:
16513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16514
Key:
Data
{'content': 'deep yawning'}