Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαδισματίας
βαδισμός
βαδιστέον
βαδιστηλάτης
βαδιστής
βαδιστικός
βαδιστός
βάδος
Βαζαφράνης
βάζω
βαθμηδόν
βαθμίς
βαθμοειδής
βαθμός
βαθόημι
βάθος
βαθρικόν
βάθρον
βάθρωσις
βαθυαγκής
βαθυαίδοιος
View word page
βαθμηδόν
by steps
ShortDef
by steps
Debugging
Headword:
βαθμηδόν
Headword (normalized):
βαθμηδόν
Headword (normalized/stripped):
βαθμηδον
IDX:
16486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16487
Key:
Data
{'content': 'by steps'}