Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαβάζω
βαβαί
βαβάκτης
βάβαξ
βάβιον
βαβράζω
βάβρηκες
Βαβυλών
Βαβυλώνιος
βαγαῖος
βάγμα
βαγός
βάγος
Βαγώας
βάδην
βαδίζω
βάδιλλος
βάδισις
βάδισμα
βαδισματίας
βαδισμός
View word page
βάγμα
a speech
ShortDef
a speech
Debugging
Headword:
βάγμα
Headword (normalized):
βάγμα
Headword (normalized/stripped):
βαγμα
IDX:
16467
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16468
Key:
Data
{'content': 'a speech'}