Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀθαύμαστος
ἀθεάμων
ἀθέατος
ἀθεεί
ἀθεησίη
ἀθείαστος
ἀθελβάζω
ἀθελγής
ἀθελγία
ἀθέλγω
ἀθέλδω
ἀθέλητος
ἄθελκτος
ἀθελξίνοος
ἀθεμείλιος
ἄθεμις
ἀθεμιστέω
ἀθεμιστία
ἀθεμίστιος
ἀθέμιστος
ἀθεμιτογαμία
View word page
ἀθέλδω
filter
ShortDef
filter
Debugging
Headword:
ἀθέλδω
Headword (normalized):
ἀθέλδω
Headword (normalized/stripped):
αθελδω
IDX:
1644
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1645
Key:
Data
{'content': 'filter'}