Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀψεγής
ἄψεκτος
ἀψεύδεια
ἀψευδέω
ἀψευδής
ἀψευδόμαντις
ἀψευστέω
ἄψευστος
ἀψεφέω
ἀψεφής
ἄψηκτος
ἀψηλάφητος
ἀψήφιστος
ἄψηφος
ἀψηφοφόρητος
ἁψιδοειδής
ἁψιδόομαι
ἁψιδωτός
ἁψικάρδιος
ἁψικορία
ἁψίκορος
View word page
ἄψηκτος
untanned

ShortDef

untanned

Debugging

Headword:
ἄψηκτος
Headword (normalized):
ἄψηκτος
Headword (normalized/stripped):
αψηκτος
IDX:
16389
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16390
Key:

Data

{'content': 'untanned'}