Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄχρηστος
ἀχρηστόω
ἄχρι
ἀχροέω
ἄχροια
ἄχρονος
ἀχρονοτριβής
ἄχροος
ἄχρυσος
ἀχρωμάτιστος
ἀχρώματος
ἄχρως
ἄχρωστος
ἄχυ
ἀχυλία
ἄχυλος
ἀχύλωτος
ἄχυμος
ἀχύνετος
ἀχύνωψ
ἀχυραγωγός
View word page
ἀχρώματος
colourless

ShortDef

colourless

Debugging

Headword:
ἀχρώματος
Headword (normalized):
ἀχρώματος
Headword (normalized/stripped):
αχρωματος
IDX:
16332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16333
Key:

Data

{'content': 'colourless'}