Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀχρηματία
ἀχρημάτιστος
ἀχρήματος
ἀχρημονέω
ἀχρημοσύνη
ἀχρήμων
ἀχρησία
ἀχρήσιμος
ἀχρησιμότης
ἀχρηστεύω
ἀχρηστέω
ἀχρηστία
ἀχρηστολογέω
ἄχρηστος
ἀχρηστόω
ἄχρι
ἀχροέω
ἄχροια
ἄχρονος
ἀχρονοτριβής
ἄχροος
View word page
ἀχρηστέω
to be useless

ShortDef

to be useless

Debugging

Headword:
ἀχρηστέω
Headword (normalized):
ἀχρηστέω
Headword (normalized/stripped):
αχρηστεω
IDX:
16319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16320
Key:

Data

{'content': 'to be useless'}