Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀχαιοί
Ἀχαιός
Ἀχαϊστί
ἀχαλέπως
ἀχάλινος
ἀχαλίνωτος
ἀχάλκεος
ἀχάλκευτος
ἀχαλκέω
ἀχαλκής
ἄχαλκος
ἀχάλκωτος
ἀχάνεια
ἀχάνη
ἀχανής
ἀχάρακτος
ἀχαράκωτος
ἀχαριότης
ἄχαρις
ἀχαριστέω
ἀχαριστία
View word page
ἄχαλκος
without brass

ShortDef

without brass

Debugging

Headword:
ἄχαλκος
Headword (normalized):
ἄχαλκος
Headword (normalized/stripped):
αχαλκος
IDX:
16203
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16204
Key:

Data

{'content': 'without brass'}