Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀχαιΐς
Ἀχαϊκός
Ἀχαιμενίδης
Ἀχαιμενίς
ἀχαίνη
ἀχαΐνη2
ἀχαΐνης
Ἀχαιοί
Ἀχαιός
Ἀχαϊστί
ἀχαλέπως
ἀχάλινος
ἀχαλίνωτος
ἀχάλκεος
ἀχάλκευτος
ἀχαλκέω
ἀχαλκής
ἄχαλκος
ἀχάλκωτος
ἀχάνεια
ἀχάνη
View word page
ἀχαλέπως
without difficulty

ShortDef

without difficulty

Debugging

Headword:
ἀχαλέπως
Headword (normalized):
ἀχαλέπως
Headword (normalized/stripped):
αχαλεπως
IDX:
16196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16197
Key:

Data

{'content': 'without difficulty'}