Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφρισμός
ἀφριστής
ἀφρόγαλα
ἀφρογένεια
ἀφρογενής
ἀφροδισιάζω
Ἀφροδισιακός
ἀφροδισιασμός
Ἀφροδισιαστής
Ἀφροδισιαστικός
Ἀφροδίσιον
Ἀφροδίσιος
Ἀφροδίτα
Ἀφροδιτάριον
Ἀφροδίτη
ἀφρόκομος
ἀφρόνευσις
ἀφρονέω
ἀφρονίζω
ἀφρονικός
ἀφρόνιτρον
View word page
Ἀφροδίσιον
temple of Aphrodite

ShortDef

temple of Aphrodite

Debugging

Headword:
Ἀφροδίσιον
Headword (normalized):
ἀφροδίσιον
Headword (normalized/stripped):
αφροδισιον
IDX:
16094
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16095
Key:

Data

{'content': 'temple of Aphrodite'}