Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφορία
ἀφορίζω
ἀφόρισμα
ἀφορισμός
ἀφοριστέον
ἀφοριστέος
ἀφοριστικός
ἀφορμάομαι
ἀφορμάω
ἀφορμή
ἀφορμητικός
ἀφορμίζομαι
ἀφόρμικτος
ἄφορμος
ἀφορολογησία
ἀφορολόγητος
ἄφορος
ἄφορτος
ἀφόρυκτος
ἀφόσιος
ἀφοσιόω
View word page
ἀφορμητικός
of repulsion

ShortDef

of repulsion

Debugging

Headword:
ἀφορμητικός
Headword (normalized):
ἀφορμητικός
Headword (normalized/stripped):
αφορμητικος
IDX:
16052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16053
Key:

Data

{'content': 'of repulsion'}