Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀφομοίωσις
ἀφομοιωτέον
ἀφομοιωτικός
ἀφοπλίζω
ἀφοπλισμός
ἀφοπλιστής
ἀφόρασις
ἀφοράω
ἀφόρδιον
ἀφορέω
ἀφόρητος
ἀφορητότης
ἀφορία
ἀφορίζω
ἀφόρισμα
ἀφορισμός
ἀφοριστέον
ἀφοριστέος
ἀφοριστικός
ἀφορμάομαι
ἀφορμάω
View word page
ἀφόρητος
intolerable, insufferable
ShortDef
intolerable, insufferable
Debugging
Headword:
ἀφόρητος
Headword (normalized):
ἀφόρητος
Headword (normalized/stripped):
αφορητος
IDX:
16040
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16041
Key:
Data
{'content': 'intolerable, insufferable'}