Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀηθίζομαι
ἄημα
ἄημι
Ἀηνόβαρβος
ἀήρ
ἄησις
ἀήσσητος
ἀήσυλος
ἀήσυρος
ἀητέομαι
ἀήτη
ἀήτης
ἀητόρρους
ἄητος
ἄητος2
ἄηχος
ἀθαλάμευτος
ἀθαλασσία
ἀθάλασσος
ἀθαλάσσωτος
ἀθαλής
View word page
ἀήτη
a blast, gale

ShortDef

a blast, gale

Debugging

Headword:
ἀήτη
Headword (normalized):
ἀήτη
Headword (normalized/stripped):
αητη
IDX:
1603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1604
Key:

Data

{'content': 'a blast, gale'}