Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφλυκταίνωτος
ἀφνειός
ἀφνεός
ἀφνίδιος
ἄφνω
ἀφοβέω
ἀφόβητος
ἀφοβία
ἀφοβοποιός
ἄφοβος
ἀφοβόσπλαγχνος
ἀφόδευμα
ἀφόδευσις
ἀφοδευτήριον
ἀφοδευτικός
ἀφοδεύω
ἄφοδος
ἀφοίβαντος
ἀφοίνικτος
ἀφοίτητος
ἀφολίδωτος
View word page
ἀφοβόσπλαγχνος
fearless of heart

ShortDef

fearless of heart

Debugging

Headword:
ἀφοβόσπλαγχνος
Headword (normalized):
ἀφοβόσπλαγχνος
Headword (normalized/stripped):
αφοβοσπλαγχνος
IDX:
16012
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16013
Key:

Data

{'content': 'fearless of heart'}