Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφλόγιστος
ἄφλογος
ἄφλοιος
ἄφλοισβος
ἀφλοισμός
ἀφλύαρος
ἀφλυκταίνωτος
ἀφνειός
ἀφνεός
ἀφνίδιος
ἄφνω
ἀφοβέω
ἀφόβητος
ἀφοβία
ἀφοβοποιός
ἄφοβος
ἀφοβόσπλαγχνος
ἀφόδευμα
ἀφόδευσις
ἀφοδευτήριον
ἀφοδευτικός
View word page
ἄφνω
unawares, of a sudden

ShortDef

unawares, of a sudden

Debugging

Headword:
ἄφνω
Headword (normalized):
ἄφνω
Headword (normalized/stripped):
αφνω
IDX:
16006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16007
Key:

Data

{'content': 'unawares, of a sudden'}