Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀφλέγμαντος
ἄφλεκτος
ἀφλόγιστος
ἄφλογος
ἄφλοιος
ἄφλοισβος
ἀφλοισμός
ἀφλύαρος
ἀφλυκταίνωτος
ἀφνειός
ἀφνεός
ἀφνίδιος
ἄφνω
ἀφοβέω
ἀφόβητος
ἀφοβία
ἀφοβοποιός
ἄφοβος
ἀφοβόσπλαγχνος
ἀφόδευμα
ἀφόδευσις
View word page
ἀφνεός
rich, wealthy
ShortDef
rich, wealthy
Debugging
Headword:
ἀφνεός
Headword (normalized):
ἀφνεός
Headword (normalized/stripped):
αφνεος
IDX:
16004
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16005
Key:
Data
{'content': 'rich, wealthy'}