Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφιλόστοργος
ἀφιλοτιμία
ἀφιλότιμος
ἀφιλοχρηματία
ἀφιλόψυχος
ἀφιματόω
ἄφιξις
ἀφιππάζομαι
ἀφιππεύω
ἀφιππία
ἀφιπποδρομά
ἀφιππολαμπάς
ἄφιππος
ἀφίπταμαι
ἀφίσταμι
ἀφιστάνω
ἀφίστημι
ἀφιστορέω
ἄφλαστον
ἄφλεβος
ἀφλεγής
View word page
ἀφιπποδρομά
contest of riders who dismounted while racing

ShortDef

contest of riders who dismounted while racing

Debugging

Headword:
ἀφιπποδρομά
Headword (normalized):
ἀφιπποδρομά
Headword (normalized/stripped):
αφιπποδρομα
IDX:
15983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15984
Key:

Data

{'content': 'contest of riders who dismounted while racing'}