Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀφιλόνεικος
ἀφιλόξενος
ἀφιλοπλουτία
ἀφιλόπονος
ἀφιλοπρωτία
ἄφιλος
ἀφιλοσόφητος
ἀφιλοσοφία
ἀφιλόσοφος
ἀφιλοστάχυος
ἀφιλοστοργία
ἀφιλόστοργος
ἀφιλοτιμία
ἀφιλότιμος
ἀφιλοχρηματία
ἀφιλόψυχος
ἀφιματόω
ἄφιξις
ἀφιππάζομαι
ἀφιππεύω
ἀφιππία
View word page
ἀφιλοστοργία
absence of natural affection
ShortDef
absence of natural affection
Debugging
Headword:
ἀφιλοστοργία
Headword (normalized):
ἀφιλοστοργία
Headword (normalized/stripped):
αφιλοστοργια
IDX:
15972
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15973
Key:
Data
{'content': 'absence of natural affection'}