Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφίλητος
ἀφιλία
ἀφιλίωτος
ἀφιλοδοξέω
ἀφιλόδοξος
ἀφιλοικτίρμων
ἀφιλοκάλητος
ἀφιλοκαλία
ἀφιλοκαλοκαγαθία
ἀφιλόκαλος
ἀφιλόλογος
ἀφιλόνεικος
ἀφιλόξενος
ἀφιλοπλουτία
ἀφιλόπονος
ἀφιλοπρωτία
ἄφιλος
ἀφιλοσόφητος
ἀφιλοσοφία
ἀφιλόσοφος
ἀφιλοστάχυος
View word page
ἀφιλόλογος
without love for learning lilerature

ShortDef

without love for learning lilerature

Debugging

Headword:
ἀφιλόλογος
Headword (normalized):
ἀφιλόλογος
Headword (normalized/stripped):
αφιλολογος
IDX:
15961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15962
Key:

Data

{'content': 'without love for learning lilerature'}