Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφίδρυσις
ἀφιδρύω
ἀφίδρωσις
ἀφιδρωτήριον
ἀφιερόω
ἀφιέρωσις
ἀφιζάνω
ἀφίημι
ἀφικάνω
ἀφικνέομαι
ἀφικτός
ἀφίκτωρ
ἀφίκω
ἀφιλάγαθος
ἀφιλανθρωπία
ἀφιλάνθρωπος
ἀφιλαργυρία
ἀφιλάργυρος
ἀφιλαρόω
ἀφιλαρύνω
ἀφιλάσκομαι
View word page
ἀφικτός
impure

ShortDef

impure

Debugging

Headword:
ἀφικτός
Headword (normalized):
ἀφικτός
Headword (normalized/stripped):
αφικτος
IDX:
15937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15938
Key:

Data

{'content': 'impure'}