Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀφεταΐς
ἀφετέον
ἀφετέος
ἀφετεύω
ἀφετήρ
ἀφετήριος
ἀφέτης
ἀφετικός
ἄφετος
ἄφευκτος
ἀφεύρεμα
ἀφευρίσκω
ἀφεύω
ἀφέψαλος
ἀφέψημα
ἀφεψιάομαι
ἄφεψις
ἀφέψω
ἁφή
ἀφηβάω
ἀφηγέομαι
View word page
ἀφεύρεμα
deficiency

ShortDef

deficiency

Debugging

Headword:
ἀφεύρεμα
Headword (normalized):
ἀφεύρεμα
Headword (normalized/stripped):
αφευρεμα
IDX:
15868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15869
Key:

Data

{'content': 'deficiency'}