Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀφέργω
ἀφερεπονία
ἀφερέπονος
ἄφερκτος
ἀφερμηνεύω
ἄφερνος
ἀφερπετόομαι
ἀφερπυλλόομαι
ἀφέρπω
ἄφερτος
ἀφέσιμος
Ἀφέσιος
ἄφεσις
ἀφεσμός
ἀφεσοφυλακία
ἀφεστήξω
ἀφεστήρ
ἀφεστίασις
ἀφέστιος
Ἀφεταί
ἀφέταιρος
View word page
ἀφέσιμος
holiday
ShortDef
holiday
Debugging
Headword:
ἀφέσιμος
Headword (normalized):
ἀφέσιμος
Headword (normalized/stripped):
αφεσιμος
IDX:
15847
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15848
Key:
Data
{'content': 'holiday'}