Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄζω2
ἀζωΐα
ἄζωνος
ἄζωος
ἄζωστος
ἀηδέω
ἀηδής
ἀηδία
ἀηδίζω
ἀηδισμός
ἀηδονία
ἀηδονιδεύς
ἀηδόνιος
ἀηδονίς
ἀηδοποιός
ἀηδών
ἀήθεια
ἀηθέσσω
ἀηθέω
ἀήθης
ἀηθίζομαι
View word page
ἀηδονία
absence of pleasure

ShortDef

absence of pleasure

Debugging

Headword:
ἀηδονία
Headword (normalized):
ἀηδονία
Headword (normalized/stripped):
αηδονια
IDX:
1583
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1584
Key:

Data

{'content': 'absence of pleasure'}