Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄφατος
ἀφαυαίνω
ἀφαυρός
ἀφαυρότης
ἀφαυρόω
ἀφαύω
ἁφάω
ἀφέγγεια
ἀφεγγής
ἀφέδιτος
ἀφεδρεία
ἀφεδριατεύοντες
ἄφεδρος
ἀφεδρών
Ἀφείδας
ἀφειδέω
ἀφειδής
ἀφειδία
ἀφεκάς
ἀφεκτέον
ἀφεκτέος
View word page
ἀφεδρεία
menstruation

ShortDef

menstruation

Debugging

Headword:
ἀφεδρεία
Headword (normalized):
ἀφεδρεία
Headword (normalized/stripped):
αφεδρεια
IDX:
15811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15812
Key:

Data

{'content': 'menstruation'}