Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφάρμακος
ἀφάρμακτος
ἀφαρμόζω
ἀφαρόζωμος
ἀφαρπαγή
ἀφαρπάζω
ἀφάρτερος
ἀφάρωτος
ἀφασία
ἀφάσσω
ἄφατος
ἀφαυαίνω
ἀφαυρός
ἀφαυρότης
ἀφαυρόω
ἀφαύω
ἁφάω
ἀφέγγεια
ἀφεγγής
ἀφέδιτος
ἀφεδρεία
View word page
ἄφατος
not uttered, nameless

ShortDef

not uttered, nameless

Debugging

Headword:
ἄφατος
Headword (normalized):
ἄφατος
Headword (normalized/stripped):
αφατος
IDX:
15801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15802
Key:

Data

{'content': 'not uttered, nameless'}