Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφαρής
ἀφαρητίδαι
ἀφάρκη
ἀφαρμάκευτος
ἀφάρμακος
ἀφάρμακτος
ἀφαρμόζω
ἀφαρόζωμος
ἀφαρπαγή
ἀφαρπάζω
ἀφάρτερος
ἀφάρωτος
ἀφασία
ἀφάσσω
ἄφατος
ἀφαυαίνω
ἀφαυρός
ἀφαυρότης
ἀφαυρόω
ἀφαύω
ἁφάω
View word page
ἀφάρτερος
more fleet

ShortDef

more fleet

Debugging

Headword:
ἀφάρτερος
Headword (normalized):
ἀφάρτερος
Headword (normalized/stripped):
αφαρτερος
IDX:
15797
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15798
Key:

Data

{'content': 'more fleet'}