Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀφαμιῶται
ἀφαμματίζω
ἀφανδάνω
ἀφανεί
ἀφάνεια
ἀφανέω
ἀφανής
ἀφανίζω
ἀφάνισις
ἀφανισμός
ἀφανιστέος
ἀφανιστής
ἀφαντασίαστος
ἀφαντασίωτος
ἀφάνταστος
ἀφαντικά
ἄφαντος
ἀφαντόω
ἀφάπαξ
ἀφαπτέον
ἀφάπτω
View word page
ἀφανιστέος
to be suppressed

ShortDef

to be suppressed

Debugging

Headword:
ἀφανιστέος
Headword (normalized):
ἀφανιστέος
Headword (normalized/stripped):
αφανιστεος
IDX:
15773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15774
Key:

Data

{'content': 'to be suppressed'}