Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀφαιρέω
ἀφαιρηματικῶς
Ἅφαιστος
ἀφάκη
ἀφάλλομαι
ἀφαλμός
ἄφαλος
ἄφαλσις
ἄφαλτος
ἀφαμαρτάνω
ἀφαμαρτοεπής
Ἀφαμιῶται
ἀφαμματίζω
ἀφανδάνω
ἀφανεί
ἀφάνεια
ἀφανέω
ἀφανής
ἀφανίζω
ἀφάνισις
ἀφανισμός
View word page
ἀφαμαρτοεπής
random-talking

ShortDef

random-talking

Debugging

Headword:
ἀφαμαρτοεπής
Headword (normalized):
ἀφαμαρτοεπής
Headword (normalized/stripped):
αφαμαρτοεπης
IDX:
15762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15763
Key:

Data

{'content': 'random-talking'}