Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐχμός
αὐχμώδης
αὔχμωσις
αὔω
αὔω2
ἀφάβρωμα
ἀφαγιστεύω
ἀφαγνίζω
ἀφαγνισμός
ἀφαδία
ἄφαδος
ἀφαδρύνομαι
ἀφαίμαξις
ἀφαιμάσσω
ἀφαίρεμα
ἀφαίρεσις
ἀφαιρετέον
ἀφαιρετέος
ἀφαιρετέω
ἀφαιρέτης
ἀφαιρετικός
View word page
ἄφαδος
displeasing, odious

ShortDef

displeasing, odious

Debugging

Headword:
ἄφαδος
Headword (normalized):
ἄφαδος
Headword (normalized/stripped):
αφαδος
IDX:
15739
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15740
Key:

Data

{'content': 'displeasing, odious'}