Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐχενίζω
αὐχένιος
αὐχενιστήρ
αὐχέω
αὔχη
αὐχήεις
αὔχημα
αὐχηματίας
αὐχήν
αὔχησις
αὐχητής
αὐχμέω
αὐχμηρόβιος
αὐχμηροκόμης
αὐχμηρός
αὐχμηρότης
αὐχμός
αὐχμώδης
αὔχμωσις
αὔω
αὔω2
View word page
αὐχητής
boaster

ShortDef

boaster

Debugging

Headword:
αὐχητής
Headword (normalized):
αὐχητής
Headword (normalized/stripped):
αυχητης
IDX:
15723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15724
Key:

Data

{'content': 'boaster'}