Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐτόφλοιος
αὐτοφόνευτος
Αὐτόφονος
αὐτοφόνος
αὐτοφόντης
αὐτοφόρητος
αὐτόφορτος
αὐτοφρόνησις
αὐτοφυής
αὐτόφυσις
αὐτόφυτος
αὐτοφωνία
αὐτόφωνος
αὐτοφώρατος
αὐτόφωρος
αὐτόφως
αὐτοχάρακτος
αὐτόχαρις
αὐτοχειλής
αὐτόχειρ
αὐτοχειρί
View word page
αὐτόφυτος
self-caused

ShortDef

self-caused

Debugging

Headword:
αὐτόφυτος
Headword (normalized):
αὐτόφυτος
Headword (normalized/stripped):
αυτοφυτος
IDX:
15679
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15680
Key:

Data

{'content': 'self-caused'}