Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐτοΰδωρ
αὐτουργέω
αὐτούργημα
αὐτούργητος
αὐτουργία
αὐτουργικός
αὐτουργός
αὐτοφάγος
αὐτοφανής
αὐτόφι
αὐτοφίλαυτος
αὐτόφλοιος
αὐτοφόνευτος
Αὐτόφονος
αὐτοφόνος
αὐτοφόντης
αὐτοφόρητος
αὐτόφορτος
αὐτοφρόνησις
αὐτοφυής
αὐτόφυσις
View word page
αὐτοφίλαυτος
wholly given to self-love
ShortDef
wholly given to self-love
Debugging
Headword:
αὐτοφίλαυτος
Headword (normalized):
αὐτοφίλαυτος
Headword (normalized/stripped):
αυτοφιλαυτος
IDX:
15668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15669
Key:
Data
{'content': 'wholly given to self-love'}