Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐτοπραγέω
αὐτοπραγία
αὐτόπρακτος
αὐτόπρεμνος
αὐτοπροαίρετος
αὐτοπροθύμως
αὐτοπρόσωπος
αὐτόπτερος
αὐτοπτέω
αὐτόπτης
αὐτοπτικός
αὔτοπτος
αὐτόπτυκτος
αὐτόπυρ
αὐτόπυρος
αὐτοπώλης
αὐτοπωλικός
αὐτορέγμων
αὐτορήτωρ
αὐτόροφος
αὐτόρρεκτος
View word page
αὐτοπτικός
of an eye-witness

ShortDef

of an eye-witness

Debugging

Headword:
αὐτοπτικός
Headword (normalized):
αὐτοπτικός
Headword (normalized/stripped):
αυτοπτικος
IDX:
15580
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15581
Key:

Data

{'content': 'of an eye-witness'}