Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐτόπιστος
αὐτόπλεκτος
αὐτόπληθος
αὐτοποδί
αὐτοποδία
αὐτοποιητικός
αὐτοποιός
αὐτόποκος
αὐτόπολις
αὐτοπολίτης
αὐτοπόνητος
αὐτόπορος
αὐτοποσόν
αὐτόπους
αὐτοπραγέω
αὐτοπραγία
αὐτόπρακτος
αὐτόπρεμνος
αὐτοπροαίρετος
αὐτοπροθύμως
αὐτοπρόσωπος
View word page
αὐτοπόνητος
self-wrought

ShortDef

self-wrought

Debugging

Headword:
αὐτοπόνητος
Headword (normalized):
αὐτοπόνητος
Headword (normalized/stripped):
αυτοπονητος
IDX:
15566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15567
Key:

Data

{'content': 'self-wrought'}