Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀζᾶνες
Ἀζανία
Ἀζαντίς
ἀζάνω
ἀζάπα
Ἀζεΐδης
ἄζεστος
ἄζευκτος
ἄζῃ
ἀζηλία
ἀζηλοπραγμόνως
ἄζηλος
ἀζηλοτύπητος
ἀζηλότυπος
ἀζήλωτος
ἀζήμιος
ἀζημίωτος
ἀζῆρις
ἀζήτητος
ἀζηχής
ἄζομαι
View word page
ἀζηλοπραγμόνως
without jealousy, ungrudgingly
ShortDef
without jealousy, ungrudgingly
Debugging
Headword:
ἀζηλοπραγμόνως
Headword (normalized):
ἀζηλοπραγμόνως
Headword (normalized/stripped):
αζηλοπραγμονως
IDX:
1552
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1553
Key:
Data
{'content': 'without jealousy, ungrudgingly'}