Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐτόκτητος
αὐτοκτίστης
αὐτόκτιτος
αὐτοκτονέω
αὐτοκτόνος
αὐτοκυβερνήτης
αὐτόκυκλος
αὐτοκύλιστος
αὐτόκωλος
αὐτόκωπος
αὐτολαλητής
αὐτολεξεί
αὐτολήκυθος
αὐτολόχευτος
αὐτολύκιον
Αὐτόλυκος
αὐτολυρίζων
αὐτόλυσις
αὐτομάθεια
αὐτομαθής
αὐτόμαρτυς
View word page
αὐτολαλητής
one who talks to himself

ShortDef

one who talks to himself

Debugging

Headword:
αὐτολαλητής
Headword (normalized):
αὐτολαλητής
Headword (normalized/stripped):
αυτολαλητης
IDX:
15494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15495
Key:

Data

{'content': 'one who talks to himself'}