Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐτοκίνησις
αὐτοκινητίζομαι
αὐτοκίνητος
αὐτόκλαδος
Αὐτοκλῆς
αὐτόκλητος
αὐτόκομος
αὐτόκρανος
αὐτοκράτεια
αὐτοκρατής
αὐτοκρατορεύω
αὐτοκρατόρια
αὐτοκρατορία
αὐτοκρατορικός
αὐτοκρατορίς
αὐτοκράτωρ
αὐτόκριτος
αὐτόκτητος
αὐτοκτίστης
αὐτόκτιτος
αὐτοκτονέω
View word page
αὐτοκρατορεύω
to be emperor

ShortDef

to be emperor

Debugging

Headword:
αὐτοκρατορεύω
Headword (normalized):
αὐτοκρατορεύω
Headword (normalized/stripped):
αυτοκρατορευω
IDX:
15477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15478
Key:

Data

{'content': 'to be emperor'}