Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐτοκαλλονή
αὐτόκαλον
Αὐτοκάνης
αὐτόκαρπος
αὐτοκασιγνήτη
αὐτοκασίγνητος
αὐτοκατάκριτος
αὐτοκατασκεύαστος
αὐτοκέλευθος
αὐτοκέλευστος
αὐτοκελής
αὐτόκερας
αὐτοκέραστος
αὐτοκερκίς
αὐτοκῆρυξ
αὐτοκινέω
αὐτοκίνησις
αὐτοκινητίζομαι
αὐτοκίνητος
αὐτόκλαδος
Αὐτοκλῆς
View word page
αὐτοκελής
spontaneously
ShortDef
spontaneously
Debugging
Headword:
αὐτοκελής
Headword (normalized):
αὐτοκελής
Headword (normalized/stripped):
αυτοκελης
IDX:
15461
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15462
Key:
Data
{'content': 'spontaneously'}