Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐτοανόσιον
αὐτοαπειρία
αὐτοάπειρος
αὐτοαπλότης
αὐτοαριθμός
αὐτοαρχή
αὐτοβαφής
αὐτοβλάβη
αὐτοβλαβής
αὐτοβοάω
αὐτοβοεί
αὐτοβοήθητος
αὐτοβόητος
Αὐτοβοισάκης
αὐτοβορέας
αὐτοβούλησις
αὐτοβουλήτως
αὐτόβουλος
αὐτοβοῦς
αὐτοβραδύτης
αὐτογένεθλος
View word page
αὐτοβοεί
by a mere shout, at the first shout
ShortDef
by a mere shout, at the first shout
Debugging
Headword:
αὐτοβοεί
Headword (normalized):
αὐτοβοεί
Headword (normalized/stripped):
αυτοβοει
IDX:
15346
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15347
Key:
Data
{'content': 'by a mere shout, at the first shout'}