Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αὐτεπιστατέω
αὐτεπιστήμη
αὐτεπίστροφος
αὐτεπιτάκτης
αὐτεπιτακτικός
αὐτεπίτακτος
αὐτεπώνυμος
αὐτερέτης
Αὐτεσίων
ἀϋτέω
ἀϋτή
αὐτήκοος
αὐτῆμαρ
αὐτίκα
αὐτίτης
ἀϋτμή
ἀϋτμήν
αὐτοαγαθόν
αὐτοαγαθός
αὐτοαγαθότης
αὐτοαήρ
View word page
ἀϋτή
cry, shout

ShortDef

cry, shout

Debugging

Headword:
ἀϋτή
Headword (normalized):
ἀϋτή
Headword (normalized/stripped):
αυτη
IDX:
15320
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15321
Key:

Data

{'content': 'cry, shout'}