Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐταγρεσία
αὐτάγρετος
αὐτάδελφος
αὐταιώρητος
αὔτανδρος
αὐτανέψιος
αὐτάρ
αὖταρ
αὐταρέσκεια
αὐταρεσκέω
αὐτάρεσκος
αὐτάρκεια
αὐταρκεσία
αὐταρκέω
αὐτάρκης
αὐταρχέω
αὔταρχος
αὐταύλης
αὐταυτόθεν
αὖτε
αὐτέγγυος
View word page
αὐτάρεσκος
self-satisfied, self-willed
ShortDef
self-satisfied, self-willed
Debugging
Headword:
αὐτάρεσκος
Headword (normalized):
αὐτάρεσκος
Headword (normalized/stripped):
αυταρεσκος
IDX:
15288
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15289
Key:
Data
{'content': 'self-satisfied, self-willed'}