Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αὐτάγγελος
αὐτάγητος
αὐταγρεσία
αὐτάγρετος
αὐτάδελφος
αὐταιώρητος
αὔτανδρος
αὐτανέψιος
αὐτάρ
αὖταρ
αὐταρέσκεια
αὐταρεσκέω
αὐτάρεσκος
αὐτάρκεια
αὐταρκεσία
αὐταρκέω
αὐτάρκης
αὐταρχέω
αὔταρχος
αὐταύλης
αὐταυτόθεν
View word page
αὐταρέσκεια
self-satisfaction, self-indulgence
ShortDef
self-satisfaction, self-indulgence
Debugging
Headword:
αὐταρέσκεια
Headword (normalized):
αὐταρέσκεια
Headword (normalized/stripped):
αυταρεσκεια
IDX:
15286
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-15287
Key:
Data
{'content': 'self-satisfaction, self-indulgence'}